Να γιατί… η Λαϊκή Τέχνη Εκτύπωση
Άρθρα Γιώργου Μαγιάκη
Δευτέρα, 12 Νοέμβριος 2012 10:21

Γιατί; Γιατί επιλέγεις την λαϊκή παράδοση για όπλο; Γιατί πιστεύεις ότι μπορεί να αντέξει στη μάχη; Γιατί κοιτάς πίσω σου αφού πρέπει να πάμε μπροστά; Γιατί; και άλλα πολλά γιατί…

Απορίες όσων δεν άκουσαν τη μουσική μας και όσων δεν χόρεψαν στους ρυθμούς μας…

Εν αρχή το σύνθημά μας είναι ένα, η λαϊκή τέχνη είναι επανάσταση. Και είναι επανάσταση διότι είναι αρχέτυπο λειτουργίας μιας πολιτικά ευνομούμενης κοινωνίας. Η τέχνη αυτή προέρχεται από και απευθύνεται προς τον λαϊκό άνθρωπο. Σ’αυτό το εκμαγείο επιβάλλεται να πλάθεται η εξουσία σε μια πολιτεία. Όχι μόνο δηλαδή να πηγάζει από το λαϊκό άνθρωπο αλλά και να απευθύνεται σ΄ αυτόν.

Ποιος να είναι όμως άραγε ο σημερινός λαϊκός άνθρωπος;

Ο άνθρωπος αυτός που έχει δύναμη αλλά δεν έχει δικαιώματα. Αυτός που συνθέτει την κοινωνία αλλά αυτή τον αποσυνθέτει ως οντότητα. Αυτός που γράφει την ιστορία αλλά του αφαιρούν το λόγο. Αυτός που θέλει να δημιουργήσει έναν άλλο κόσμο αλλά του δένουν τα χέρια. Αυτός που θέλει να μιλήσει και του κλείνουν το στόμα. Αυτός που θέλει να ακούσει αλλά του σφυρίζουν μια φάλτσα, πλανεύτρα μελωδία. Αυτός που θέλει να αντικρύσει το αύριο και τον τυφλώνουν.

Κι όμως αυτός ο άνθρωπος, αποκλεισμένος από την «τέχνη» τους, μπορεί να παράξει τη δική του τέχνη. Αυτή που θα αναβλύζει μέσα από τη λαϊκή του ψυχή, μέσα από τις αξίες και τα ιδανικά που σέρνουν μαζί εργάτες της ζωής και του κοινωνικού αγώνα. Γεννάται τότε ένα είδος καλλιτεχνικής δημιουργίας χειραφετημένο από πατρόνες του πολιτισμού, ένας είδος ανεξάρτητο και ελεύθερο να εκφραστεί γνήσια και απενοχοποιημένα.

Η λαϊκή τέχνη δεν περιορίζεται μόνο στο δημοτικό τραγούδι όπως θεωρούν ορισμένοι και μάλιστα σπεύδουν αυθαίρετα να το εντάξουν στα «μουσειακά παρελκόμενα». Η λαϊκή τέχνη δεν αδρανοποιείται, αλλά αναπτύσσεται και εξελίσσεται στο χρόνο. Ξεκινώντας από τους ρεμπέτες και φθάνοντας στα Λαϊκά Ορατόρια του Μίκη, ξεκινώντας από την ποίηση του λαϊκού ποιητή Φώτη Αγγουλέ και φθάνοντας μέχρι τα λαϊκά ποιήματα του Βάρναλη, ξεκινώντας από το λαό και φθάνοντας στον λαό.

Ο πολιτισμός, που εμείς οι ίδιοι παράγουμε, ερμηνεύει αυτό που η ψυχή επιθυμεί να εκφράσει, καθρεφτίζει τις εμπειρίες και τα βιώματα κάθε λαϊκού ανθρώπου, τον αγώνα του κάθε επαναστάτη. Φερ’ ειπείν, το τραγούδι «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» του Απόστολου Καλδάρα κρύβει μια μικρή ιστορία αναφορικά με τον τρόπο που βίωσε ο λαϊκός αυτός τραγουδιστής τον εμφύλιο πόλεμο, καθώς το εμπνεύστηκε με αφορμή τις σωρηδόν συλλήψεις αριστερών από εθνικόφρονες στο Γεντί-Κουλέ. Όπως επίσης και το λαϊκό άσμα «Της γερακίνας γιός» είναι αφιερωμένο στα ανυπότακτα θύματα των βασανιστηρίων στα μπουντρούμια του ΕΑΤ-ΕΣΑ επί χούντας. Η λαϊκή συνείδηση όσο είναι αφυπνισμένη πάντα θα δημιουργεί και θα αναπλάθεται. Μην αναρωτιέστε, λοιπόν, αν υπάρχει λαϊκή τέχνη σήμερα, θα μας το πούνε αύριο…

Πρέπει όμως να προσπαθούμε να ανακαλύπτουμε και τον ποιοτικό καλλιτεχνικό πλούτο που προέρχεται από το πόπολο και να τον βγάζουμε από το περιθώριο διαδίδοντάς τον. Από ένα περιθώριο, μάλιστα, που τον έχει εναποθέσει η νομενκλατούρα του συστήματος, που μόνος στόχος της είναι να επιβάλλει μια κίβδηλη υποκουλτούρα που υποτιμά το λαϊκό άνθρωπο και ευτελίζει το καλλιτεχνικό του αισθητήριο. Μια φανφαρονίστικη ελίτ, που θέλει να προσδώσει στο λαϊκό πολιτισμό χαρακτήρα προβατοκομίας και μαζικής παρακμιακής διασκέδασης, με την σπεκουλάτσια και την εκμετάλλευση να πρωτοστατούν. Κι εδώ έγκειται η μεγαλύτερη διαφορά, στην εκμετάλλευση ακριβώς ανθρώπου από άνθρωπο, όπου το λαϊκό κίνημα αντιπαρατίθεται και αντιστέκεται σε οτιδήποτε υποθάλπει τέτοια κίνητρα. Ο γνήσιος πολιτισμός πρέπει να διέπεται από την ανάγκη του ερασιτεχνισμού και της ανιδιοτέλειας. Όπου υπήρξε επαγγελματισμός δεν χώρεσε η τέχνη και όπου ξεπήδαγε η αυθόρμητη δημιουργία δε χώραγε ο επαγγελματισμός.

Μ’ αυτή τη λοιδορία και μ’ αυτόν τον καιροσκοπισμό, σήμερα, έχεις χρέος να αντιπαλέψεις και ακόμη μεγαλύτερο χρέος, να νικήσεις!

Οι ποπολάροι δεν αναδεικνύονται στα σύνορα, οι ποπολάροι ξεχωρίζουν στη «βιοπαλαίστρα». Παίρνουν θέση στην πρώτη γραμμή και αγωνίζονται. Ο αγώνας και το πάθος τους για μια δίκαιη ζωή, για μια λαϊκή εξουσία δεν στριμώχνονται σε κράτη. Αγγίζουν όμως όλους τους λαούς όποιο χώμα κι αν πατούν, όποιο νερό κι αν πίνουν, όποιον αέρα κι αν αναπνέουν, όποια ελπίδα κι αν καρτερούν.

Δεν έχουμε χρόνο να κοιτάξουμε πίσω, δεν έχουμε χρόνο να χωριστούμε, μονάχα να ενωθούμε, να σηκώσουμε στους ώμους μας τις ανθρωπιστικές αξίες των προγόνων μας και να τις διηθίσουμε εντός μας μέσα από ένα κοινωνικο-πολιτικό αισθητήριο φίλτρο και έτσι να συνεχίσουμε μόνο μ’ αυτές που θα ανοίξουν νέες ατραπούς για ένα καλύτερο μέλλον.

Να, λοιπόν, γιατί η λαϊκή τέχνη…

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΓΙΑΚΗΣ

Υ.Γ. Περισσότερη σημασία δεν έχουν οι απαντήσεις στα «γιατί» αλλά τα ίδια τα «γιατί» καθώς σε κάποιους που δηλώνου ότι υπηρετούν την λαϊκή παράδοση δεν έχουν γεννηθεί ποτέ…

 
Αξιολόγηση άρθρου: / 91
ΧείριστοΆριστο